Ο Ιούλιος, ο έβδομος μήνας του έτους, έφερε το κλείσιμο της φετινής ψυχοθεραπευτικής πορείας που θα μας οδηγήσει στην ανάπαυλα του θέρους, στον αναστοχασμό, αλλά και στην καθ’ όλα αναγκαία επεξεργασία, πριν από τη φθινοπωρινή συνέχεια του ταξιδιού στα αθέατα αλλά και ζωογόνα βάθη της ψυχής.

Η κορδέλα του τερματισμού αυτού του «δρόμου» κόπηκε μέσω ενός «μαραθώνιου».

Με τον όρο ψυχοθεραπευτικός «μαραθώνιος» εννοούμε μια ειδικά σχεδιασμένη, πολύωρη ή πολυήμερη, άλλες φορές, θεραπευτική συνεδρία με ορισμένη θεματολογία.

Αποτελώντας συνδυασμό διαφόρων τεχνικών και βιωματικών ασκήσεων, απευθύνεται συνήθως σε άτομα που βρίσκονται ήδη σε πορεία θεραπείας και στοχεύει στην παρατήρηση του ατομικού σταδίου του εκάστοτε «δρομέα», στον εντοπισμό της ομαδικής δυναμικής, αλλά και στην παραγωγή ενός ιδιαίτερου μηνύματος για όλους, που θα λειτουργήσει ως εφόδιο, αφού ως επί το πλείστον ένας «μαραθώνιος» λαμβάνει χώρα στο κλείσιμο ενός θεραπευτικού κύκλου.

Κάπως έτσι λοιπόν, μεταξύ άλλων ομάδων, έφτασε και για την «Ομάδα της Δευτέρας», μια μεικτή θεραπευτική ομάδα ανδρών και γυναικών, που με αφοσίωση και δέσμευση ακολουθεί τον ανηφορικό μα φωτοφόρο δρόμο της αυτοανακάλυψης, η ώρα για τη μαραθώνια συνάντησή της με κύριο άξονα την «Αυτογνωσία» και θέμα: «Εγώ και ο Εαυτός – Εγώ και οι Άλλοι». Συνάντηση που έγινε η αιτία να παραχθούν μια σειρά από γόνιμες σκέψεις και συμπεράσματα, τόσο αναφορικά με τα ζητήματα που ασυνείδητα απασχολούν τον καθέναν από εμάς, όσο και για την ίδια την αξία και τη λειτουργία της ψυχοθεραπείας, λειτουργώντας, τρόπον τινά, σαν έμμεση βεβαίωση της προαιώνιας σύνδεσης της ημέρας της Δευτέρας με τη σελήνη και τις αθέατες όψεις του ασυνείδητου, όπως προκύπτει από το όνομα της ημέρας διαπολιτισμικά και διαχρονικά (λατινικά – dies lunae, γαλλικά – lundi, ισπανικά – lunes, αγγλικά – Monday), τις φιλοσοφικές, εσωτερικές και αποκρυφιστικές παραδόσεις, αλλά και τις προσεγγίσεις της γιουνγκιανής σχολής.

Κατά τη διαδικασία, τα μέλη της ομάδας κλήθηκαν αρχικά, ακολουθώντας μια σειρά από συμβολικές αναπαραστάσεις, να έρθουν σε επαφή με τον εαυτό τους και με τον χώρο και κατόπιν, από κοινού, να συνθέσουν τη συναισθηματική τους πρόσληψη, έχοντας ως μέσο έκφρασης ένα «ανθρώπινο γλυπτό», το οποίο μέσα από τις συνηχήσεις η ίδια η ομάδα «σμίλεψε».

Επόμενο στάδιο της διαδρομής, με «όπλο» την ανάκληση, ήταν η αναζήτηση, μέσω του μύθου, του παραμυθιού και άλλων αγαπημένων παιδικών σειρών, του αρχετυπικού προσωπικού ήρωα του κάθε μέλους. Οι διάφορες επιλογές, αν και φαινομενικά ετερόκλητες μεταξύ τους, παρουσίαζαν ξεκάθαρες συνηχήσεις, σημαίνοντας την καίρια ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής για επαφή με την ίδια της την ουσία, μέσα από τη σύγκλιση και τη συμφιλίωση των δύο της πόλων.

Χαρακτηριστική ως προς αυτό ήταν η επιλογή, μέσα από τη σύνθεση των επιμέρους ατομικών στοιχείων που το κάθε μέλος προσέδωσε, του ομαδικού ήρωα, που έφερε στο προσκήνιο τη θεά Αθηνά, ένα αρχέτυπο το οποίο συμβολίζει την ευταξία, τον θεϊκό νου και την ίδια τη σοφία εν γένει, ιδωμένο όμως, από την ομάδα, με έναν ανατρεπτικό και αποκαλυπτικό συνάμα τρόπο, που δύναται να μας ταξιδέψει στις διάφορες διαστάσεις του Εγώ, αλλά και να μας φέρει στη συνέχεια σε επαφή με το Εμείς, δομώντας ένα «πέρασμα» από το ατομικό στο διαπροσωπικό, στο συλλογικό, και δυνάμει στο πανανθρώπινο.

Η θεά «αποκαλύφθηκε» αποστερημένη από τα όπλα της και με τον «οίκο» της, τον Παρθενώνα, να έχει πια καεί. Αναπαράσταση, η οποία θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μια γλαφυρή αποτύπωση των έντονων προκλήσεων με τις οποίες ο σύγχρονος άνθρωπος βρίσκεται καθημερινά αντιμέτωπος, εξ αιτίας των ραγδαίων κοινωνικών μετασχηματισμών. Συμβολίζει επίσης την αβεβαιότητα, τη ματαίωση και την απόγνωση, τις οποίες συχνά καλείται κανείς να αντιμετωπίσει στην αρχή ενός μεταβατικού σταδίου, ενός καινούργιου εσωτερικού ταξιδιού.

Η προβεβλημένη στο προσωποσύμβολο της θεάς ανάγκη της ομάδας για επιστροφή στον εαυτό –  σε αυτό που πραγματικά κανείς είναι – αποτέλεσε μια στοχοθεσία, την οποία για να τη φέρει εις πέρας κλήθηκε, αφ’ ενός να βουτήξει στις πηγές του «Αχέροντα», εκεί όπου κατοικούν το σκότος και οι σκιές, όπως έθεσε η ομάδα, και αφ’ ετέρου να αναζητήσει καινούργιες, μη αναμενόμενες λύσεις. Κατά συνέπεια, αντί για το δόρυ, την ασπίδα και την περικεφαλαία, είχε αυτή τη φορά ως «όπλα» και κατευθυντήριες τον άνεμο, την αγάπη και τη μουσική, έννοιες που υποδηλώνουνεκτός από συγκεκριμένες θεραπευτικές μεθόδους, όπως η μουσικοθεραπεία, επί παραδείγματι, που ακολουθήθηκε στη συνέχεια την ισχυροποίηση που παρέχουν στον άνθρωπο πέραν από την παραδοσιακή – διανοητική, η συναισθηματική νοημοσύνη και η επαφή του με το ατομικό, το διαπροσωπικό, αλλά και συλλογικό συναίσθημα.

Είναι γεγονός, άλλωστε, πως ο «homo sentimentalis» – ο «συναισθηματικός άνθρωπος» μπορεί ευκολότερα να αντλήσει δύναμη από τις μικρές και μεγάλες χαρές της ζωής, να συνδεθεί σε βάθος, να βρει συμπαραστάτες και συνοδοιπόρους, εντοπίζοντας, εν τέλει, όλα εκείνα τα αναγκαία εφόδια που θα διανθίσουν τη συναισθηματική του ανθεκτικότητα και θα τον κάνουν να παλέψει, όπως και η θεά στην ιστορία μας, για ένα ελεύθερο αύριο, απαλλαγμένο από ατομικές, περιοριστικές αντιλήψεις ή διαπροσωπικές και συλλογικές προκαταλήψεις.

Η δε βουτιά της «ηρωίδας» στο σκοτάδι συμβολίζει την καταβύθιση στο ασυνείδητο, την αντιμετώπιση των προσωπικών αντιστάσεων, των φόβων, των προγραμματισμών, των εξαρτητικών συμπεριφορών, αλλά και της ίδιας της κατάθλιψης, μέσα από τον εναγκαλισμό της σκιάς, μέσα δηλαδή από την αποδοχή, τη συνάντηση και τον συγκερασμό των δύο όψεων του ανθρώπου σε ενδοψυχικό επίπεδο, όπως αυτή προκύπτει από τη συνήχηση του θείου με το ανθρώπινο, της ισχύος με την αδυναμία, της λογικής με το συναίσθημα, της αρσενικής με τη θηλυκή πλευρά της προσωπικότητας.

«Λύση» η οποία είχε ήδη προοικονομηθεί από το αρχικό, «ανθρώπινο γλυπτό» της ομάδας, που λειτουργούσε τρόπον τινά, ως εσωτερικός μαχητής, αλλά και ως συνδετικός δεσμός – με τα χέρια σε ανιούσα έκταση – της ανθρώπινης με την ουράνια διάσταση.

Δεν θα μπορούσε, επομένως, να προκύψει καλύτερος πνευματικός οδηγός για αυτό το ταξίδι από μια θεά, που, αν και θηλυκή, είναι αρσενόθυμος, φέρει δηλαδή «αρσενική ψυχή», προβάλλοντας με την ίδια της την ύπαρξη, αυτήν την απαραίτητη για την ολοκλήρωση σύνθεση, η οποία θα σημάνει τον δρόμο προς το φως και θα δομήσει μια «Νέα», πιο σταθερή, «Ακρόπολη», ανοίγοντας μπροστά μας έναν δρόμο από άπειρες, νέες επιλογές.

Αν δε, για μια τέτοια διαδρομή, επιλεχθεί με εμπιστοσύνη το μονοπάτι της ψυχοθεραπείας, ο πιο ασφαλής ίσως δρόμος προς τη σύνθεση μιας ολοκληρωμένης προσωπικότητας, και παρά το γεγονός πως η προβολή ισχυρών αμυνών και αντιστάσεων δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο, τα οφέλη που παράγονται μπορεί να είναι  συγκλονιστικά. Η ψυχοθεραπεία γίνεται ο «φάρος» που φωτίζει στα σκοτάδια, επιτρέποντας στον θεραπευόμενο να γνωρίσει πτυχές του εαυτού του, που μέχρι εκείνη τη στιγμή παρέμεναν ανεξερεύνητες και απρόσιτες.

Καθώς εμβαθύνει περισσότερο στα θέματα που τον απασχολούν, δημιουργεί τις προϋποθέσεις που θα του επιτρέψουν να διατηρεί υγιείς και ισορροπημένες σχέσεις με τους σημαντικούς άλλους.  Η ίδια η συμμετοχή του δε σε μια μεικτή ομάδα τού προσφέρει την ευκαιρία να καθρεφτιστούν μέσω των άλλων και να επεξεργαστούν ενδελεχέστερα ευρύτερες διαστάσεις του ψυχισμού και της ζωής του, με αποτελέσματα που, όχι σπάνια, ξεπερνούν σε δυναμική αυτά των ατομικών θεραπειών. Η λειτουργία του καθρεφτίσματος επιβεβαιώθηκε και εργαλειοποιήθηκε επίσης στα πλαίσια του ψυχοθεραπευτικού μαραθώνιου μέσω μιας άσκησης, όταν φορώντας τις μάσκες «της προσωπικότητας», πρόβαλλαν, αφ’ ενός οι περί του εαυτού προσωπικές αντιλήψεις του καθενός και αφ’ ετέρου, σε αντιπαράσταση, οι θεάσεις των άλλων για εκείνον. Χρειάζεται επομένως να γίνει αντιληπτό ότι η αλληλεπίδραση του κάθε θεραπευόμενου με τα άλλα μέλη της ομάδας θα τον βοηθήσει, συν τοις άλλοις,  να εμπνευστεί από το παράδειγμα και τη βελτίωσή τους, γεμίζοντάς τον ελπίδα, αλλά και να αμβλύνει τους φόβους του, συνειδητοποιώντας  τις προσωπικές του ανάγκες αναφορικά με το άλλο φύλο, θεματική που αποτελεί κυρίαρχο ζήτημα, ιδίως για τους νέους της εποχής μας. Μέσα στους κόλπους της αμφισβητούνται ευκολότερα και αποτελεσματικότερα οι στερεοτυπικές αντιλήψεις αιώνων, όσον αφορά τους ρόλους και τους συσχετισμούς των δύο φύλων, διευκολύνοντας και προωθώντας μια αρμονική συμπόρευση, πάντοτε με σεβασμό, τόσο για τους δύο πόλους της δημιουργίας, αυτούς καθ’ εαυτούς, όσο και για το κάθε ένα μέλος ξεχωριστά.

Η παραπάνω επίδραση της θεραπευτικής διαδικασίας έγινε έκδηλη και επιβεβαιώθηκε, το δίχως άλλο, από τον τελευταίο σταθμό της ημέρας, όταν, έπειτα από έναν ατομικό απολογισμό της θεραπευτικής πορείας, παροτρύνθηκαν τα επτά μέλη της ομάδας να συνταξιδέψουν νοερά, μέσω ομαδικού οραματισμού, σε μια παραλία με στόχο την χαλάρωση και την εσωτερική απόλαυση, ενώ την ίδια ώρα, σε φυσικό επίπεδο, τα σώματά τους ενωμένα σχημάτιζαν ένα αστέρι. Το συμπέρασμα που προέκυψε από την πρακτική αυτή ήταν πως, άσχετα από τις πιθανές παραλλαγές της εσωτερικής απεικόνισης, που σχετίζονται με τα στάδια και τις δοκιμασίες του καθενός (π.χ. ύπαρξη σφοδρού ανέμου ή νηνεμία), το σχετίζεσθαι των μελών χαρακτηριζόταν από απόλυτη σύμπνοια και αυθεντικότητα, παράγοντας διάχυτα αισθήματα ευδαιμονίας και χορηγώντας, ακόμα και στις επιμέρους ατομικές εν συνεχεία αξιολογικές κρίσεις, ένα αίσθημα βεβαιότητας και σιγουριάς, μια ασπίδα απέναντι στην όποια πιθανή δυσκολία.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί, σε επίπεδο γιουνγκιανής συγχρονικότητας, πως το σχηματισθέν επτάκτινο αστέρι είναι το σύμβολο, σύμφωνα με την πυθαγόρεια φιλοσοφία, της δημιουργίας, της ενσάρκωσης, της σύνθεσης και της ολοκλήρωσης. Συνδέεται δε διαχρονικά με όλες τις επταδικές διαιρέσεις και συστήματα (τσάκρας, ημέρες, νότες, παραδοσιακοί πλανήτες της αστρολογίας κλπ.), σχετιζόμενο με την ίδια τη συμπαντική αρμονία. Ο αριθμός επτά (7) αποτελεί άλλωστε το άθροισμα του τρία (3), που συνδέεται με την ψυχή και τον ουρανό και του τέσσερα (4), που αναφέρεται στο σώμα και τη γη, εγκολπώνοντας τη σύνθεση του ουράνιου με το γήινο, αλλά και της ίδιας της αρμονίας σε ψυχοσωματικό επίπεδο. Όσα θέματα δηλαδή, ήδη έως τώρα, εξετάσαμε. Θα μπορούσαμε λοιπόν, κατά κάποιον τρόπο, να πούμε ότι τούτο το αστέρι έγινε ο ήλιος που φώτισε για την ομάδα τον δρόμο του ήρωα προς την ψυχοσυναισθηµατική ολοκλήρωση.

Σε μια άλλη ανάγνωση του παραπάνω «αφηγήματος» της ομάδας, ακολουθώντας τον συνθετικό – συστημικό τρόπο σκέψης, σχηματίζουμε την πεποίθηση ότι η ανάσυρση μιας εθνικής – συλλογικής αρχετυπικής, άρα και πολιτισμικά συνηχούσας φιγούρας, καθώς και το όλο πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάχθηκε από ένα σύνολο ανθρώπων, διαφορετικών ηλικιών, οικονομικών υποβάθρων και σταδίων, με μόνους κοινούς άξονες την καταγωγή, τη διαδρομή στην ψυχοθεραπεία αλλά και το ενεργό συναισθηματικό αισθητήριο, έχουν σίγουρα πολλά να δηλώσουν για την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα και τις θεσμικές –  αυτή τη φορά –  ανάγκες.

Υπό το πρίσμα συνεπώς αυτό, η «κατάσταση» της θεάς της σοφίας και της ευταξίας ερμηνεύεται ως αποτύπωση της καθεστηκυίας εκπαιδευτικής και πολιτικής πραγματικότητας. Η επικρατούσα στείρα εκπαιδευτική λογική και η πολιτική παρακμή, όπως αυτή αποτυπώνεται από την απουσία ηγετών και την αντίθεση των πολιτικών δυνάμεων έχουν απόλυτη συνάφεια με την προβαλλόμενη πρόκληση του σκότους και τη «γύμνια» της θεάς, καθώς οι συνθήκες αυτές αποτελούν απότοκο, εκτός των άλλων, της κυριαρχίας της ύλης επί του πνεύματος.

Η πολιτεία οφείλει, επομένως, από την πλευρά της, να αναπροσανατολίσει την εκπαίδευση, δίνοντας νέα πνοή (άνεμος) και να την κατευθύνει προς ένα ανθρωποκεντρικό, πλέον, συναισθηματικό  εκπαιδευτικό σύστημα (μουσική – αγάπη), που θα υποστηρίζει τους μαθητές και τους δασκάλους, προσφέροντας ευκαιρίες για μάθηση, οι οποίες θα βασίζονται σε αρχές και αξίες, όπως η συνεργατικότητα, η ελευθερία του λόγου και ο σεβασμός στον ρυθμό ανάπτυξης και εξέλιξης του κάθε μαθητή, προς την όντως, με λίγα λόγια, παιδεία, (επιστροφή στον εαυτό), όπως σπουδαίοι παιδαγωγοί, ερευνητές και θεωρητικοί της εκπαίδευσης (Μαρία Μοντεσσόρι, Λεβ Βιγκότσκι, Ζαν Πιαζέ κ.α.) έχουν, άλλωστε, προτείνει.

Διότι, η ουσιώδης πνευματική καλλιέργεια και η ολιστική, διανοητική και συναισθηματική, παιδεία των πολιτών μπορούν να αποτελέσουν θεραπεία αιχμής απέναντι στο σκοτάδι της αντιμετωπιζόμενης αβεβαιότητας.

Δεν πρέπει εντούτοις να ξεχνάμε πως, όπως κατά τη διαδικασία της ψυχοθεραπείας, όταν, παλεύοντας να απεγκλωβιστούμε από τα προσωπικά µας αδιέξοδα χρειάζεται, με τη βοήθεια και τη στήριξη του θεραπευτή µας, να προσπαθήσουμε να φωτίσουμε το σκοτάδι της ψυχής µας, να συλλογιστούμε και να κατανοήσουμε ποιοι είμαστε και πού πάμε, προκειμένου να βρούμε λύσεις, έτσι και η αυτογνωσία, συστημικά μιλώντας, περνάει μέσα από τη γνώση της προσωπικής µας ιστορίας, της οικογένειας καταγωγής µας, αλλά και των επιρροών της ιστορίας του τόπου και του πολιτισμού µας, πάνω µας.

Κατ’ επέκταση, στο κοινωνικό αδιέξοδο βέβαιο στήριγμα θα μπορούσε να γίνει η γνώση της ιστορίας, η ανάδειξη της πολιτισμικής μας ρίζας, η αναζωπύρωση του οράματος, η αλληλεγγύη, η δράση και η ενεργός συμμετοχή στα κοινά, που θα μας φέρει σε επαφή με την προσωπική μας ευθύνη, που θα λειτουργήσει ως αντίμετρο στον φόβο και την εκμαθημένη αβοηθησία των τελευταίων ετών.

Μέσα λοιπόν από τη θεραπευτική διαδικασία προβάλλεται η αναγκαιότητα να αναλάβουν οι πνευματικοί ταγοί του εκάστοτε τόπου, τον ρόλο του πολιτειακού «θεραπευτή» και, σε απόλυτη συνεργασία µε την πολιτική ηγεσία, να χαράξουν πολιτικές που θα διασφαλίζουν την ειρήνη, την ασφάλεια, την ομαλή συνύπαρξη των πολιτών και τη συνεργασία μεταξύ των λαών, καταδεικνύοντας ότι η λειτουργική πολιτική πραγματικότητα έχει απόλυτη ανάγκη από ένα συνθετικό «και» μεταξύ των δύο πόλων, που τη συναποτελούν.

Είναι, ως εκ τούτου, έκδηλο ότι τόσο η αριστερή πολιτική της παροχής και της δημιουργικότητας όσο και η δεξιά της συγκράτησης και της εξασφάλισης χρειάζεται να υπάρχουν ενεργές και δραστήριες στα δρώμενα της καθημερινότητας. Αυτή η αποδοχή της χρησιμότητας της διττής φύσης της πολιτικής πραγματικότητας μπορεί να επαναφέρει την πίστη, το όραμα και την ελπίδα στους πολίτες για ένα καλύτερο αύριο, προκαλώντας μια νέα πολιτειακή ισορροπία. Σταθερά, η οποία θα αποτελέσει τον βράχο που θα φιλοξενήσει τη «Νέα Κοινωνικοπολιτική Ακρόπολη».

Όλα τα παραπάνω στοιχεία και οι διαμορφωθείσες επιστημονικές υποθέσεις επιβεβαιώθηκαν και από τα πορίσματα των μαραθώνιων των επόμενων ημερών (για παράδειγμα, μέσα από το αρχέτυπο του Οδυσσέα, την ανάδυση του αιτήματος για μια «νέα», πιο ανθρωποκεντρική ταυτότητα και την έννοια της επιστροφής στη λυτρωτική, ευνομούμενη Ιθάκη). Εκδηλώνοντας, παράλληλα, το ποιόν και το βάθος των, όλο και περισσότερων με τα χρόνια, ανθρώπων που επιλέγουν να ακολουθήσουν τον δύσβατο, πολλές φορές, δρόμο της αυτογνωσίας, στέλνοντας μήνυμα ελπίδας για την αντιμετώπιση των σύγχρονων, δυστοπικών ενίοτε, εποχών.

Εν κατακλείδι, βάσει όλων των ανωτέρω και ανάλογα με την εκάστοτε ανάγνωση, εντοπίζουμε τους τρόπους με τους οποίους μια θεραπευτική ομάδα, ενσαρκώνοντας τις αρετές της ενσυναίσθησης, της σύμπνοιας, της αλληλεγγύης και της συνεργασίας μπορεί να λειτουργήσει ως μια πρώτη κοινωνία διορθωτικών εμπειριών και να αποτελέσει ένα υγιές κοινωνικό πρότυπο – έναν οδοδείκτηγια τις ευρύτερες πολιτειακές δομές. 

Ελισάβετ Μπαρμπαλιού,
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια,
Οικογενειακή Θεραπεύτρια (ECP),
Μουσικοθεραπεύτρια (GIM),
Επιστημονική Υπεύθυνη του
Κέντρου Συστημικής Ψυχοθεραπείας και Έρευνας (ΚΕ.ΣΥ.Ψ.Ε.)


Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα : psychologynow.gr