Ελισάβετ Μπαρμπαλιού
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια – Οικογενειακή Θεραπεύτρια
Το ψυχικό τραύμα αποτελεί μια οδυνηρή ανθρώπινη εμπειρία, η οποία χαράσσεται για πάντα στη μνήμη και στην ψυχή. Συνήθως προκαλείται όταν το άτομο βρεθεί αντιμέτωπο µε βίαιες και στρεσογόνες συνθήκες, τις οποίες αδυνατεί να διαχειριστεί, ενώ αισθάνεται ευάλωτο, αβοήθητο και µόνο. Ατυχήματα, φυσικές καταστροφές, επιζήμιες για τον άνθρωπο κοινωνικές συνθήκες, όπως φτώχεια, πόλεµοι, μετανάστευση και προσφυγιά, ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, βία και σεξουαλική κακοποίηση, διαζύγιο, θάνατος αγαπημένου προσώπου και αμέτρητες άλλες εξαιρετικά επώδυνες καταστάσεις περικλείουν την έννοια του ψυχικού τραύματος.
Συχνά παρατηρούμε διαφορετική αντίδραση των ανθρώπων στο ίδιο γεγονός πράγμα που σημαίνει ότι ένα “εν δυνάμει” τραυματικό συμβάν δεν θα επιφέρει τις ίδιες επιπτώσεις σε όλους. Ο τρόπος που θα βιώσει και θα ερμηνεύσει το άτομο την τραυματική εμπειρία διαφέρει σε κάθε περίπτωση, ενώ εξαρτάται από τις πρώιμες εμπειρίες του στην οικογένεια καταγωγής, την ψυχική του δομή και υγεία, την προσωπικότητά του, τον βαθμό συμμετοχής και αλληλεπίδρασής του στην κοινωνική ζωή, τις αξίες που κουβαλάει, την πνευματικότητά του, την παρεχόμενη στήριξη από τον κοινωνικό του περίγυρο, από το στάδιο και την κατάσταση ζωής στην οποία βρίσκεται κ.ο.κ.
Τις περισσότερες φορές οι τραυματικές εμπειρίες αφήνουν ένα εσωτερικό ρήγμα στην ανθρώπινη ψυχή, ενώ μεταβάλλουν τον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς την πραγματικότητα και τον εαυτό του καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της ζωής και της ύπαρξής του. Ο αντίκτυπος του τραύματος παρεισφρέει σε όλα τα επίπεδα και τους ρόλους της καθημερινότητας του ατόµου, όπως στην εργασία του, στην κοινωνικοποίησή του, στην άσκηση του γονεϊκού του ρόλου κ.ο.κ. Αυτό συµβαίνει γιατί ο ψυχικός κλονισμός που υπέστη υπήρξε τόσο ισχυρός ώστε η εικόνα του εγγράφηκε στη μνήμη για πάντα ενώ πολλές φορές επιστρέφει αναπάντεχα σε διάφορες στιγμές της ζωής του. Το μετατραυματικό στρες αρκετά συχνά ακολουθεί την τραυματική εμπειρία διαταράσσοντας βασικές σωματικές και ψυχικές λειτουργίες του ατόµου, αποδιοργανώνοντάς το και αποσυνδέοντάς το πολλές φορές από την πραγματικότητα.
Το συλλογικό τραύμα της ελληνικής κοινωνίας
Γνωρίζοντας ότι τα ανθρώπινα συναισθήματα γεφυρώνουν το συλλογικό µε το ατομικό, τις κοινωνικές δομές µε την ατομική συµπεριφορά μπορούμε να κατανοήσουµε ότι ένα τραυματικό γεγονός μπορεί να επηρεάσει όχι µόνο άτομα, αλλά οικογένειες και κοινωνίες ολόκληρες.
Η «ρωγμή» που χαράσσεται στον κοινωνικό ιστό, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και το σοκ που συνοδεύει τις ταχύτατα εξελισσόμενες κοινωνικές και δομικές αλλαγές, μέσα σε ένα σκηνικό, όπου οι εξουσίες κλονίζονται και οι αξίες αμφισβητούνται, αποτελεί από μόνη της ένα σοβαρό τραυματικό γεγονός, το οποίο επιδρά στην ψυχική υγεία του ατόµου. Ζώντας σε ένα ανασφαλές κοινωνικό περιβάλλον, όπου δεν παρέχονται τα βασικά αγαθά στον πολίτη, αναπόφευκτα κλονίζεται η ταυτότητά του, χάνεται η εμπιστοσύνη στον εαυτό του και στους άλλους, ενώ κυριαρχεί η θλίψη, ο φόβος, η καχυποψία και ο θυμός στη ζωή του.
Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, το χαμηλό βιοτικό επίπεδο, η μείωση των εισοδημάτων, η κατάρρευση των κρατικών δομών και υπηρεσιών καθώς και μια διαρκής αίσθηση αβεβαιότητας αναπόφευκτα διαπερνούν και επηρεάζουν άτομα και οικογένειες. Ζωτικής σημασίας λειτουργικές ευθύνες μιας οικογένειας, όπως να παρέχει ασφάλεια καλύπτοντας στοιχειωδώς τις βασικές ανάγκες των µελών της, συνήθως δεν επιτελούνται σε ικανοποιητικό βαθμό απειλώντας τη συνοχή και τη σταθερότητά της. Σύμφωνα µε πολυάριθμες έρευνες, συνθήκες οικονομικής ανασφάλειας, ένδειας και φτώχειας καθώς και το στρες που αυτές περικλείουν υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα και τη λειτουργικότητα του γονεϊκού ρόλου, διαβρώνουν σταδιακά τις ενδοοικογενειακές σχέσεις, µα περισσότερο απειλούν την ψυχική υγεία των παιδιών (Kiser, 2006, Evans & English, 2002, Scheeringa & Zeanah, 2001, Ackerman, Kogos, Youngstrom, Schoff, & Izard, 1999).
Ο κλονισμός του γονεϊκού ρόλου και οι επιπτώσεις του στα παιδιά
Οι συνθήκες που περιγράφουμε δημιουργούν μια παρατεταμένη αίσθηση ανασφάλειας µε κύριο γνώρισμα την απώλεια ελέγχου της ζωής και της καθημερινότητας όλων των µελών της οικογένειας. Η γονεϊκή φιγούρα, άλλοτε πρότυπο δύναμης, ελέγχου και ασφάλειας των παιδιών, σήμερα εμφανίζεται αποδυναμωμένη καθώς δεν έχει από πουθενά να κρατηθεί. Δομικά θεμέλια της ταυτότητάς της βρίσκονται σε ρήξη καθώς βάλλεται από παντού. Οι ίδιοι οι γονείς χάνοντας την αυτοεκτίμηση και την αξιοπρέπειά τους, προβληματίζονται, ασφυκτιούν και θυμώνουν μπροστά στην αδυναμία τους να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Ο εκνευρισμός, η θλίψη και η ματαίωση των προσδοκιών τους επισκιάζουν πολλές φορές την αποτελεσματικότητα του ρόλου τους, γεγονός που τους επιβαρύνει συναισθηματικά ακόμη περισσότερο. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα δοκιμάζεται και η σχέση του ζευγαριού. Άλυτα προσωπικά ζητήματα που επωάζονταν κρυφά για χρόνια και τα οποία δεν είχαν καταφέρει μέχρι εκείνη τη στιγμή να βρουν διέξοδο, συνήθως εκτονώνονται µε τον πιο σκληρό τρόπο και μετατρέπονται σε συγκρούσεις και διαπληκτισμούς, σε επιθετικότητα, σε έλλειψη σεξουαλικής ζωής και απιστία, σε μοναξιά και συναισθηματική απομόνωση, έχοντας κατά συνέπεια σοβαρό αντίκτυπο στον ψυχισμό των παιδιών.
Η εμπειρία του τραύματος στην παιδική ηλικία μπορεί να έχει σοβαρές και µμακροχρόνιες συνέπειες στη σωματική και ψυχοσυναισθηματική τους ανάπτυξη. Πιο συγκεκριμένα, κάτω από τέτοιες συνθήκες τα παιδιά βιώνουν τον κόσμο σαν ένα πολύ επικίνδυνο και τρομακτικό τόπο ενώ κατακλύζονται από έντονο άγχος καθώς βρίσκονται σε υπερδιέγερση περιμένοντας διαρκώς να συμβεί «το κακό». Αδύναμα να λεκτικοποιήσουν τα πολύπλοκα και αντιφατικά συναισθήματά τους, βρίσκουν έμμεσους τρόπους εκφόρτισής τους, όπως εφιάλτες, αϋπνία, υπερδιέγερση, έλλειψη συγκέντρωσης, επιθετικότητα κ.α. Αναζητούν εναγωνίως προστασία, υποστήριξη και ασφάλεια και όταν δεν τις βρίσκουν κλείνονται στον εαυτό τους πληγωμένα, έχοντας εσωτερικεύσει τη γονεϊκή αδυναμία και τον φόβο. Όταν η τραυματική εμπειρία ενός παιδιού δεν θεραπευτεί τότε η βασική αίσθηση του φόβου, της αβοηθησίας και της εγκατάλειψης, που αρχικά βίωσε, παραμένει βάζοντας τις βάσεις για ένα νέο τραύμα στη ζωή του.
Ο απόηχος των τραυματικών εμπειριών δεν σταματάει σε μια γενιά αλλά περνάει και στις επόμενες δρώντας συσσωρευτικά. Ο απόγονος νιώθει και αντιδρά µε τον ίδιο τρόπο όπως και ο γονιός του, ακόμη και αν οι συνθήκες έχουν αλλάξει, ακόμη και αν τα ερεθίσματα που λαµβάνει είναι διαφορετικά. Έχοντας μάθει να διαχειρίζεται και να αντιμετωπίζει τις κρίσιμες καταστάσεις όπως κι εκείνος, αναβιώνει µε τον ίδιο τρόπο τις δυσκολίες στη δική του ζωή, νιώθοντας διαρκώς ευάλωτος και ψυχικά αποδυναμωμένος.
Επειδή τα τραυματικά γεγονότα προκαλούν στους ανθρώπους αισθήματα ντροπής, εξαιτίας της αίσθησης ανημπόριας που δημιουργούν, υπάρχει η τάση της συγκάλυψης και της αποσιώπησής τους. Μάταια όμως, γιατί η τραυματική εμπειρία επανέρχεται διαρκώς στο προσκήνιο σε μια ασυνείδητη προσπάθεια επίλυσής της.
Χωρίς ειδική υποστήριξη, το άτομο καθηλώνεται στην τραυματική του μνήμη βιώνοντας πόνο και θλίψη ενώ το τραύμα του μεταβιβάζεται στις γενιές που ακολουθούν. Με την κατάλληλη βοήθεια και επεξεργασία είναι δυνατόν να τεθούν υπό έλεγχο τα επώδυνα και πολλές φορές ανεξέλεγκτα συναισθήματα που απορρέουν από αυτό, αποκτώντας έτσι ξανά τον έλεγχο της ζωής του. Κατανοώντας τον τρόπο µε τον οποίο το τραύμα έχει επηρεάσει την ύπαρξή του και προσπαθώντας παράλληλα να το νοηματοδοτήσει και να το εντάξει στην προσωπική, οικογενειακή και συλλογική του ιστορία, θα μπορέσει να προχωρήσει μπροστά βρίσκοντας καινούργια κίνητρα για ζωή, θέτοντας νέους στόχους και αποκτώντας ξανά την πίστη στον εαυτό του και στους άλλους.
Σε συλλογικό επίπεδο απαιτείται μακροχρόνιος προγραμματισμός από κυβερνήσεις µε όραμα και θέληση καθώς και η συµβολή πολλών κοινωνικών και ειδικών ομάδων, για την επούλωση και την επανόρθωση του συλλογικού τραύματος. Παράλληλα οι αφηγήσεις και το μοίρασµα του τραύματος, η σύνδεση της τωρινής πραγματικότητας µε παρελθόντα συλλογικά τραύματα που βίωσε ο λαός µας και κατάφερε να ανταπεξέλθει, λειτουργώντας σαν συνδετικός κρίκος, μπορούν να µας δυναμώσουν αποτελώντας την ίδια ώρα μια ευκαιρία για επαναπροσδιορισμό της ελληνικής µας ταυτότητας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ackerman, B. P., Kogos, J., Youngstrom, E., Schoff, K., & Izard, C. (1999). Family instability and the problem behaviors of children from economically disadvantaged families. Developmental Psychology, 35, 258-268.
- Evans, G.W., & English, K. (2002). The environment of poverty: Multiple stressor exposure, psychophysiological stress, and socioemotional adjustment.
Child Development, 73(4), 1238-1248. - Kiser, L. J. (2006). Protecting children from the dangers of urban poverty. Clinical Psychology Review, 27(2), 211-225.
- Scheeringa, M. S., & Zeanah, C. H. (2001). A relational perspective on PTSD in early childhood. Journal of Traumatic Stress, 14 (4), 799-815
———————————————————————————————————————–
Περιοδικό ΄΄ Κοινωνική Επιθεώρηση ΄΄ Τεύχος 17 – Μάρτιος 2016